... στα 100/χρονα της πικρής πατρίδας ... 1914 - 2014
Ζωγραφιά: Μάνθος Μποζιώρης |
" Η Δρόπολή μου "
-- Την Δρόπολη την γνώρισα απ' το νανούρισμα της μάνας μου,την
όμορφη,"τραγουδιστή" - μακρόσυρτη και καθάρια λαλιά των συγγενών μου,απ'
τους λεβέντες και τις νιές πολιτικούς πρόσφυγες,που περήφανοι και
ταπεινοί συνάμα,ζούσαν σε παραπήγματα και παλιά βομβαρδισμένα από τον
πόλεμο αρχοντικά των Γιαννίνων καί με παράπονο τα βράδια
τραγουδούσαν εκείνο το μακρόσυρτο τραγούδι " στης Δερόπολης τον κάμπο
ώώώ...." και μέσα από εκείνο το " ώώώ..." ξετυλίγονταν ο κάμπος,το
ποτάμι,ο Γιάννος με τον γρίβα του,ο Ρωμιός κι ο Τούρκος και όλες οι
ιστορίες και τα παραμύθια του Χειμώνα γύρω απ' την φωτιά και του
Καλοκαιριού στις πάντερπνες αυλές.Την Δρόπολη ,σαν παιδί, την γνώρισα
και την παρομοίασα μ' εκείνες τις "λιανές" περήφανες δροπολίτισσες , που
επέμεναν να φοράνε το άσπρο μαντήλι με το παράξενο δέσιμο,που τό έλεγαν
"πόσι" , και που τις έβλεπες στους δρόμους της πόλης : τήν Πάτρα από
την Δερβιτσάνη , την κάκοΜιχάλενα από την Κακαβιά,τις "μπάμπες" του
Νάστου και του Νόνη από τα Σωφράτικα,την κάκοΛέξω από την Βάνιστα και
τόσες άλλες νιές που με τα χρόνια χάθηκαν στις φάμπρικες της
Αμερικής....
-- Την γνώρισα ,ακόμη την Δρόπολη,από εκείνα τα
παραπονιάρικα γράμματα : "Αγαπητή μου αδερφή...τα μάτια σου φιλώ με
πόνο...μάθε πως χάσαμε τον αδερφό μας..." κι εκείνο το "λόγιο" του
μπαρμπα Φώτου :"αγαπητέ μου ανιψιέ...έν τέταρτον του αιώνος παρήλθε αφ'
ότου εχωρίσθημεν και δεν γνωρίζομεν ο ένας για τον άλλον εάν ζώμεν ή εάν
αποθάναμε ..." και στο πλάϊ με άλλη γραφή - "κολυβογραφή", " εγώ η
κακοΦώτενα σας ασπάζομαι...".Ο δρόμος της αλληλογραφίας άνοιξε γύρω στα
1960.Πιό πρίν τα νέα έρχονταν σαν φήμες από τους φυγάδες κι αυτούς που
μπαινόβγαιναν κρυφά τα σύνορα και ήταν " μαύρα και σκότεινα " : " τον
τάδε τον πήραν εξορία... τον άλλον φυλακή...ο τάδε πάντρεψε την κοπέλα
με το παιδί του δήνα ...και πήγαν να ζήσουν στο Ελμπασάνι..." και άλλα
αόριστα και ξένα για μάς τα παιδιά... Ξένα και τόσο κοντινά ! Ήταν οι
καθημερινές κουβέντες του σπιτιού.Του Δροπολίτικου σπιτιού σε ξένο τόπο.
-- Με τα χρόνια ήρθε το αυτοκίνητο.Άρχισαν οι εκδρομές στα σύνορα...το
Πωγώνι η δεύτερη πατρίδα...Σαν πίνακας ζωγραφικής ξεδιπλώνονταν η
Δρόπολη μπροστά μας,απέναντι από τα "σκέμπια" της Χρυσόδολης.Παρασκευή
της Ζωοδόχου Πηγής...έπρεπε να βρισκόμαστε εκεί από νωρίς ,γιατί όσο
ανέβαινε ο ήλιος ,τόσο θόλωνε το τοπείο απέναντι και δεν φαινόταν καθαρά
τα χωριά....Έψαχνε ο πατέρας με τα κιάλια...έβαζε σημάδι κάτω από τον
"τζαντέ" , τον ίσιο δρόμο της Δρόπολης,ανηφόριζε κι έβρισκε για σημάδι
την Εκκλησιά του χωριού και με προσοχή στις κινήσεις ανηφόριζε ένα-ένα
τα σπίτια ως που φώναζε : " βλέπω το σπίτι μου ...βλέπω το σπίτι
μου".... Εμείς δεν βλέπαμε παρά τον αφηρημένο πίνακα της Δρόπολης. Τα
χωριά το ένα δίπλα στο άλλο. " Δεξιά από του Γεωργουτσάτες η κάτω
Δρόπολη ,αριστερά η πάνω Δρόπολη,από εδώ η μαύρη ρίζα και το χωριό της
γιαγιάς ,που όμως δεν φαίνεται παρά μόνο τα χωράφια του Ραντατιού και οι
πρώτες ράχες της Παναγιάς στην πάνω Επισκοπή"... Με τα χρόνια και τις
επαναλαμβανόμενες εκδρομές ασυνείδητα μαθαίναμε την γεωγραφία της,τα
χωριά της και τους ορίζοντές τους από την Στουγάρα ως τα χαλίκια της
Δούβιανης.Απο εκεί και πέρα φαινόταν μόνο οι κορφές του Σοποτιού και
λόγια : "πίσω απο εκεί είναι το Χάσκοβο,μετά η Βάνιστα...και τέλος το
Αργυρόκαστρο"...
-- σε αυτές τις εκδρομές "πατριδογνωσίας" (για εμάς
τα παιδιά),ανταμώναμε και μέ άλλους πατριώτες,που έρχονταν κι αυτοί για
τον ίδιο λόγο : "για ν' αγναντέψουν τα χωριά" τους.Κάποτε είχαμε
ανταμώσει με τον Δερβιτσιώτη Γιάννη Λίλη,που όπως μάθαμε από τους
μεγάλους ,ήταν ποιητής και συγγραφέας,λόγια μορφή του τόπου μας και
σεβαστός στους συμπατριώτες.Αργότερα στη προχωρημένη εφηβία,στα
βορειοηπειρώτικα περιοδικά και εφημερίδες που ερχόταν στον
πατέρα,διάβασα ένα ποίημά του για την Δρόπολη. Ήταν μέσα σε λίγες αράδες
παραστατικά και φορτισμένα με αισθήματα αγάπης για τον τόπο μας,όλα όσα
χρόνια τώρα, είχα μάθει για την Δρόπολη.Κάθε φορά που το διαβάζω τον
θυμάμαι εκεί στην βρύση της Χρυσόδολης ,κάτω από τα "σκέμπια",σοβαρό
σταμένο πρός τον ορίζοντα του χωριού του ,την Δερβιτσάνη,να κοιτάζει
ώρα...σφίγγοντας τα χείλη ... και έχω μια παράξενη σιγουριά πώς εκείνη
την στιγμή έγραφε με το μυαλό του το ποίημα αυτό....
-- Νά!σ' αντικρύζω , ώ Δρόπολη,στη λύπη χαμογελαστή,
-- με τα ζευγαρωτά λευκά χωριά σου .
-- Όλο δροσιά γλυκειά ,ανάερη,ερμητικά κλειστή,
-- στ' αμάραντα προγονικά όνειρά σου...
-- Νά σε χαϊδεύη ο ήλιος το πρωϊ ,με παρηγόρια,
-- γαλάζια Δρόπολη,γλυκειά,βουβή στη στεναχώρια,
-- χώρα γεμάτη φώς,γεμάτη ρίγη...
-- Κι' αλήθεια ! Γέροι να σέρνουν το χορό την Κυριακή
-- και νύφες νιές,κορμιά στητά,στη μέση να λιγούνε.
-- Να τραγουδούν οι κοπελιές' με τι παράπονο γλυκό,
-- και στα πεζούλια γριές τα περασμένα να ιστορούνε...
-- Λεβεντοπαίδια οι άντρες σου τον κάμπο να στολίζουν
-- με τη γερή μορφή και τα κορμιά τα μεστωμένα.
-- Αγέλαστοι τ' απόβραδο στη χώρα να γυρίζουν
-- όλο θυμό στη μοίρα σου,γυρτοί στα περασμένα...
-- Νά σ' αντικρύζω πάντα,ώ Δρόπολη,και τη μορφή σου
-- να μη τη χάνουνε ποτέ τα μάτια ούτε κι' η σκέψη.
-- --Αθάνατε λαέ,οι πόθοι κι' οι καϋμοί σου οι κρυφοί
-- --τη νίκη-αιώνες τώρα τη λήθη έχουν παλαίψει...
===========
-- Άνοιξη του 2005.Της Αγίας Τριάδας.
-- Από το Μοναστήρι της Πέπελης , κοιτάζω απέναντι την Χρυσόδολη και
τους θυμάμαι όλους....Γυρίζω στο πατρικό σπίτι στο χωριό και γράφω αυτή
την ενθύμηση για την δ ι κ ι ά μ ο υ Δ ρ ό π ο λ η.
===========
-- 1914 - 2014
-- Ήταν τέλη του Νοέμβρη του 1968 όταν λάβαμε από τον αγαπημένο παλιό
φίλο του πατέρα ,τον Κυρ Αλέκο Μαμμόπουλο ,το νέο του βιβλίο με
διηγήματα και ιστορικά... "του τόπου του και του καιρού του"... Στρωτή η
γλώσσα του ,δημοτική κι ανακάτευε μέσα λέξεις , εκφράσεις και τοπωνύμια
,που ακούγαμε απ"τους "δικούς μας" .... Κι εκεί όπου διαβάζαμε και
κουβεντιάζαμε ,σε μιά διήγησή του για την προσφυγιά του 1914 , έγραφε : "
Πέντε μήνες κάθησαν οι πρόσφυγες (σημείωση:στην Αρίνιστα-Κτίσματα) σε
σκηνές,τρώγοντας ρέγγα και γαλέτα δώρα της Ελληνικής Περιθάλψεως
Προσφύγων.Την χρονιά εκείνη ανοίξαν οι καταρράκτες του ουρανού και
έβρεχε συνέχεια,και σάπισαν μέχρι το κόκκαλο
Η αγράμπελη είχε στεφανώσει τους φράχτες και κρεμόταν στους δρόμους σαν
άσπρος καταρράχτης,τα σπίτια του ορεινού χωριού ορθάνοιχτα και τα ζώα
φευγάτα αγριεμένα στα βουνά ,έκαναν μήνες να τα περιμαζέψουν.Στους
κήπους οι πατάτες είχαν γίνει σαν ψωμιά ασκάλιστες και αφρόντιστες για
να καλοδεχτούν τους πρόσφυγες.
Βρήκαν και τη γριά Τσεβή νεκρή κοκκαλωμένη πάνω στην καρέκλα της στο υπόγειο,κέρινη,καθιστή,άλυ ωτη με ανοιχτά τα μάτια με το μπαστούνι στο χέρι να δείχνη την ανοιχτή πόρτα σαν να 'λεγε : απ' εδώ φύγαν ! ".
--Τότε γεννήθηκα , μας είπε . Όπως έλεγε η μάνα μου , ήταν αποκριές που
με γέννησε και όλο το χωριό είχε φύγει , έμεινε πίσω ο πατέρας με την
μαμή ως που να γεννηθώ ,κουβάλησε από το κατώι ξύλα για το τζάκι και
τρόφιμα κι έφυγαν κι αυτοί .Είπαν ότι αν οι "τσέτες" έβλεπαν την λεχώνα
με το "φώσινο"(το μωρό) δεν θα μας πείραζαν. Την άλλη μέρα ο Ρόνιας (ο
αγαθούλης του χωριού),που είχε ξεμείνει κι αυτός γιατί κανένας δεν
σκέφτηκε να τον ειδοποιήσει για το κακό που ερχόταν,είδε την μοναδική
καμινάδα του χωριού που κάπνιζε ,την δική μας,και ήρθε στο σπίτι και
ρώτησε "πού πήγαν όλοι".Όταν του τα εξήγησε η μάνα μου της είπε "μη
στεναχωριέσαι ,Σπύρενα,θα φύγουμε μαζί κανένας δεν θα μας πειράξει.Έτσι
έφυγε κι η μάνα μου με μένα τυλιγμένη ,καβάλα στην γομάρα μας και με τον
Ρόνια συντροφιά.Μετά από δυό ώρες ανταμώσαμε με τους υπόλοιπους στην
Αρίνιστα.
Έφυγε η μητέρα 90 χρόνια μετά, στις 18 Φλεβάρη του 2004 .... Στίς μέρες
της έζησε τον αγώνα της ένωσης με την Ελλάδα,τα τυχοδιωκτικά χρόνια του
Φανόλη ,τους διωγμούς και τα καλά του Ζώγγου (σαν κοπέλα της άρεσε η
ομορφιά του !!!) , τα σχολικά του Φανόλη και του Ζώγου με τον όμορφο
χειμαρριώτη αλβανοδιδάσκαλο που τους είχαν στείλει,την γέννηση του Λέκα
και την ιταλική κατοχή ,το έπος του 1940-41,τον ερχομό των γερμανών ,την
κατοχή στην Αθήνα,τον εμφύλιο στα Γιάννινα,και όλες τις περιπέτειες των
δικών μας ανθρώπων μέσα κι έξω από την πατρίδα ("κάτω" λέγαν τότε την
Αλβανία και "πάνω" την Αμερική .Τα δύο μέρη που βρέθηκαν συγγενείς και
φίλοι.).Έζησε και 13-14 χρόνια από την πτώση της δικτατορίας ... άφησε
νιους και βρήκε γέρους ,ανύπαντρους και βρήκε παπούδες και
γιαγιάδες,άφησε ένα χωριό ,το αρχοντοχώρι της Δούβιανης για όσους το
γνωρίζουν και βρήκε ένα "ρημαδιό"....
Κι ο πατέρας την
ίδια χρονιά γεννημένος στην Αμερική ,στην πόλη Clinton της
Μασαχουσσέτης.Το 1913 πήγε η γιαγιά κοντά στον παππού May 15th from
Argirokastro Greece όπως γράφουν τα χαρτιά του Ellis Island.Γύρισε πίσω
στην πατρίδα το 1925 με τέσσερα παιδιά .Με το "τσέκι" (επιταγή) της
ξενιτιάς έκτισε σπίτι,μόρφωσε τα παιδιά της ,την έπιασε η οικονομική
κρίση της Αμερικής και δυσκολεύτηκε ... έζησε κι αυτή και τα παιδιά της
όλες τις καταστάσεις ως το 1944 ,όπου από "φωτισμένη"συγκαιρία βρέθηκε
κι αυτή στα Γιάννινα ... Πέθανε στην Αμερική το 1973 εκεί που πέθανε ο
άντρας της το 1946 και γιος της ο Βαγγέλης το 1959.
Ο πατέρας
πτυχιούχος γιατρός το 1944 ,παντρεμένος με την μητέρα και με τον αδερφό
μου "μηνών", ξεκίνησε με όνειρα για την πατρίδα ... έφτιαξε και την
πινακίδα(ταμπέλα)για το γραφείο που θα άνοιγε εκεί ... καλή συγκαιρία
τον σταμάτησε στα Γιάννινα "άχρη καιρού".... Στα Γιάννινα έζησε και
εργάστηκε μισό αιώνα. Αγωνίστηκε για τα δίκια της πατρίδας,και βοήθησε
κόσμο και κοσμάκη ,που λένε, βοήθησε τους συμπατριώτες του κι εδώ που
βρέθηκαν πολιτικοί πρόσφυγες και "κάτω" στην πατρίδα...δεκάδες (για να
μην υπερβάλω και πώ εκατοντάδες) τα δέματα με τα φάρμακα(διάγνωση δι'
αλληλογραφίας!!!) . Τόλμησε και είπε στον τότε Υπουργό εξωτερικών
Ευ.Αβέρωφ "εσείς κε Αβέρωφ έχετε το βορειοηπειρωτικό σε ένα συρτάρι κι
όποτε θέλετε το ανοίγετε κι όποτε θέλετε το κλείνετε" πράγμα που
φανερώνει την θέση που κατέχει η υπόθεση αυτή ακόμη και σήμερα στον
πολιτικό κόσμο της Ελλάδας... Αγκυλωμένος και καθηλωμένος στο κρεβάτι
από εγκεφαλικό πρόλαβε να δεί τους αγαπημένους του συγγενείς και φίλους
από το 1991 έως το 1994 που πέθανε.Είχε μιά συνήθεια να μουρμουρίζει
πάντα ένα τραγούδι ... ήταν κάτι σαν "γύρισμα" σαν "ίσοκράτημα" σε
πολυφωνικό ....
Φ.Π.Γ. 2ος 2014
Η ΖΩΓΡΑΦΙΑ είναι του Δουβιανίτη Μανθου Μποζώρη.
Χωρίς την άδειά του αλλά σίγουρα με την αγάπη του΄.
Μάνθο σε ευχαριστώ για την τέρψη και την υπερηφάνεια που μας γεμίζεις με τα έργα σου,φίλ.
****************
Μου
άρεσε ο συμβολισμός .... έγινε το 1951 και εγκαινιάστηκε το 1953 (μετά
τις αποφάσεις των νικητών του πολέμου το 1946 και την τότε ηττοπαθή
στάση των Ελλήνων πολιτικών και στις απαρχές του ψυχρού πολέμου προς
εκμετάλλευσή της ... τύπου πόρνης...) την είπαν μέσα στην δικτατορία
"γυναίκα" γράφοντας ποίημα τύπου αντιστασιακού..... την χρωμάτισαν οι
ιδεολογίες από την μεταπολίτευση και μετά (στην βάση
ενος λανθάνοντος -ξενομανούς διεθνισμού κατά τον οποίο μόνο οι άλλοι
έχουν πατρίδα εμείς είμαστε άπατρεις) .... πολλοί (από αυτούς που
υποτίθεται την υπερασπίζονται)κάνουν το πατριώτη και κανένας δεν βρέθηκε
να πάρει 2 κιλά απορρυπαντικό να την καθαρίσει .... Μαζί με τον ωραίο
πίνακα του φίλου Μάνθου Μποζιώρη που έβαλα στο εξώφυλλο μου γιορτάζω τα
γεράματά της ... συμπλήρωσε τα 100 φέτος ...αν ήταν άνθρωπος θα είχε
πεθάνει ... ή ίσως ... να έχει πεθάνει... δεν θέλω να ξέρω .....
Το άγαλμα, έργο του γλύπτη Κώστα Σεφερλή, δωρήθηκε στο Δήμο Αθηναίων το 1951. Τα επίσημα
αποκαλυπτήρια έγιναν το 1953. Αναπαριστά μία γυναίκα με δεμένα πίσω τα χέρια, η οποία ανασηκώνει το κεφάλι. Η κίνηση είναι έντονη και αποτυπώνει την αντίσταση της αλυσοδεμένης αλύτρωτης γης της Βορείου Ηπείρου.
-----------------------Ενώ ο γλύπτης χρησιμοποίησε τη γυναίκα για να υμνήσει τη Βόρειο Ήπειρο, η ποιήτρια Κική Δημουλά χρησιμοποίησε το άγαλμα για να υμνήσει τη γυναίκα. Επηρεασμένη από το γλυπτό έγραψε το ποίημα «Σημείο Αναγνωρίσεως». Στους στίχους της το άγαλμα συμβολίζει κάθε καταπιεσμένη γυναίκα που δεν μπορεί να κατακτήσει ελευθερίες. Από την δημοσίευση του ποιήματος στη συλλογή «Το λίγο του κόσμου» το 1971, το ποίημα ταυτίστηκε με το άγαλμα
-------------------------------
Ὅλοι σὲ λένε κατευθείαν ἄγαλμα,
ἐγὼ σὲ προσφωνῶ γυναίκα κατευθείαν.
Στολίζεις κάποιο πάρκο.
Ἀπὸ μακριὰ ἐξαπατᾶς.
Θαρρεῖ κανεὶς πὼς ἔχεις ἐλαφρὰ ἀνακαθίσει
να θυμηθεῖς ἕνα ὡραῖο ὄνειρο ποὺ εἶδες,
πῶς παίρνεις φόρα νὰ τὸ ζήσεις.
Ἀπὸ κοντὰ ξεκαθαρίζει τὸ ὄνειρο:
δεμένα εἶναι πισθάγκωνα τὰ χέρια σου
μ᾿ ἕνα σκοινὶ μαρμάρινο
κι ἡ στάση σου εἶναι ἡ θέλησή σου
κάτι νὰ σὲ βοηθήσει νὰ ξεφύγεις
τὴν ἀγωνία τοῦ αἰχμαλώτου.
Ἔτσι σὲ παραγγείλανε στὸ γλύπτη:
αἰχμάλωτη.
Δὲν μπορεῖς οὔτε μία βροχὴ νὰ ζυγίσεις στὸ χέρι σου,
οὔτε μία ἐλαφριὰ μαργαρίτα.
Δεμένα εἶναι τὰ μάτια σου.
Καὶ δὲν εἶν᾿ τὸ μάρμαρο μόνο ὁ Ἄργος.
Ἂν κάτι πήγαινε ν᾿ ἀλλάξει
στὴν πορεία τῶν μαρμάρων,
ἂν ἄρχιζαν τ᾿ ἀγάλματα ἀγῶνες
γιὰ ἐλευθερίες καὶ ἰσότητες,
ὅπως οἱ δοῦλοι,
οἱ νεκροὶ
καὶ τὸ αἴσθημά μας,
ἐσὺ θὰ πορευόσουναμὲς στὴν κοσμογονία τῶν μαρμάρων
μὲ δεμένα πάλι τὰ χέρια, αἰχμάλωτη.
Ὅλοι σὲ λένε κατευθείαν ἄγαλμα,
ἐγὼ σὲ λέω γυναίκα ἀμέσως.
Ὄχι γιατὶ γυναίκα σὲ παρέδωσεστὸ μάρμαρο ὁ γλύπτης
κι ὑπόσχονται οἱ γοφοί σου
εὐγονία ἀγαλμάτων,
καλὴ σοδειὰ ἀκινησίας.
Γιατὶ τὰ δεμένα χέρια σου, ποὺ ἔχεις
ὅσους πολλοὺς αἰῶνες σὲ γνωρίζω,
σὲ λέω γυναίκα.
Σὲ λέω γυναίκα
γιατ᾿ εἶσ᾿ αἰχμάλωτη.
Κική Δημουλά, «Σημείο Αναγνωρίσεως», Το λίγο του κόσμου 1971
***********************
***********************
ΤΕΛΟΣ
** 25 Απριλίου 2016
... Αθήνα σήμερα ....
... Κάποιοι γράψαν «Τελος εποχής για το άγαλμα της γυναίκας της Βορείου Ηπείρου στην οδό Τοσίτσα, δίπλα στο Πολυτεχνείο.»
- Το άγαλμα, έργο του γλύπτη Κώστα Σεφερλή, δωρήθηκε στο Δήμο Αθηναίων το 1951. Τα επίσημα αποκαλυπτήρια έγιναν το 1953. Αναπαριστά μία γυναίκα με δεμένα πίσω τα χέρια, η οποία ανασηκώνει το κεφάλι. Η κίνηση είναι έντονη και αποτυπώνει την πρώτη μεγαλύτερη διεθνή διπλωματική αδικία του 20ου αιώνα ...
ΤΕΛΟΣ ?
φίλ.Π.γ.
"λάχανα μαζέματα" ("λ.μ.")
Ιωάννινα - Φεβρουάριος 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου